Κάποτε υπήρχε ένα σπίτι...
Κατοικία παππούδων, αγαπημένο καταφύγιο των παιδιών που ανακάλυπταν εκεί τους κρυμμένους θησαυρούς της εξοχής, την ελευθερία της διαβίωσης στην αγκαλιά της φύσης.
Τα καλοκαιρινά μελτέμια δρόσιζαν τις αυλές, οι βοριάδες τον χειμώνα φούντωναν τη φωτιά στο τζάκι. Ο Αύγουστος μύριζε ξεραμένο σανό και θαλασσινή αρμύρα, ο Μάης ρίγανη και θυμάρι. Κοχύλια, βότσαλα, αστερίες, αγαπημένα λάφυρα από τις αμέτρητες καλοκαιρινές βουτιές, στοιβάζονταν στις αυλές.
Τα χρόνια πέρασαν, οι παππούδες έφυγαν, τα παιδιά μεγάλωσαν, το σπίτι ερήμωσε...
Όμως τα όνειρα και οι παιδικές αναμνήσεις δεν σβήνουν εύκολα από τη μνήμη. Κάποτε ξαναζωντανεύουν και φέρνουν πίσω τη μαγική ατμόσφαιρα της χαμένης αθωότητας.
Έτσι λοιπόν η παλιά αγροικιά έγινε ξενώνας. Λες και την άγγιξε η νεράιδα των παραμυθιών με το μαγικό ραβδί της.
Κάπου μακριά οι παππούδες πρέπει να χαμογελάνε ευχαριστημένοι.
Πάντα τους άρεσε να βλέπουν το σπίτι τους γεμάτο φιλοξενούμενους....!